- ειλαπιναστής
- εἰλαπιναστής, ο (Α)1. αυτός που μετέχει σε συμπόσιο2. επίκληση τού Διός στην Κύπρο.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
εἰλαπιναστής — feaster masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἰλαπινασταῖς — εἰλαπιναστής feaster masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἰλαπινασταί — εἰλαπιναστής feaster masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἰλαπιναστοῦ — εἰλαπιναστής feaster masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἰλαπιναστῇ — εἰλαπιναστής feaster masc dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἰλαπιναστήν — εἰλαπιναστής feaster masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἰλαπιναστάς — εἰλαπιναστά̱ς , εἰλαπιναστής feaster masc acc pl εἰλαπιναστά̱ς , εἰλαπιναστής feaster masc nom sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)